Συνολικές προβολές σελίδας

Τρίτη 7 Ιουνίου 2016

Κοινή συνέντευξη Τύπου Υπουργού Εξωτερικών Ν. Κοτζιά και Υπουργού Εξωτερικών Αλβανίας D. Bushati

ΤΙΡΑΝΑ, 06 Ιουνίου 2016

Μετά τη συνάντηση που είχαν οι Υπουργοί Εξωτερικών Ελλάδος και Αλβανίας κ.κ. Κοτζιάς και Μπουσάτι, παραχώρησαν κοινή συνέντευξη τύπου. Αν και οι δύο Υπουργοί προσπάθησαν να δώσουν φιλικό τόνο συνεργασίας στις αρχικές τους δηλώσεις, και πάλι δεν έλλειψαν οι προβοκατόρικες ερωτήσεις αλβανών δημοσιογράφων για το "Τσάμηκο", που απαντήθηκαν όμως κατάλληλα από τον κ. Νίκο Κοτζιά.

ΝΤ. ΜΠΟΥΣΑΤΙ: Γεια σε όλους σας. Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον φίλο μου Νίκο Κοτζιά για τη σημερινή επίσκεψη που πραγματοποιεί στα Τίρανα μαζί με το επιτελείο του.

Όπως είναι γνωστό, είναι η πολλοστή φορά που συναντιόμαστε, στα Τίρανα, στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη ή στις Βρυξέλλες, καθώς και σε διεθνή φόρα όπου είναι μέλη η Αλβανία και η Ελλάδα. Έχουμε σχεδόν ένα χρόνο που συνεργαζόμαστε για την αντιμετώπιση ορισμένων εκκρεμών θεμάτων μεταξύ των δύο χωρών - θέματα που προέρχονται από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, θέματα με πρακτικό συμφέρον για τους πολίτες των δύο χωρών μας, αλλά και θέματα που τα θεωρούμε καθοριστικής σημασίας όσον αφορά στο κοινό ευρωπαϊκό μέλλον. Διότι είναι γνωστό ότι είμαστε δύο γειτονικές χώρες, έχουμε εταιρικές σχέσεις στρατηγικού ενδιαφέροντος για να προχωρήσουμε και να συνεργαστούμε μαζί.

Κατά την τελευταία περίοδο μαζί με τον φίλο μου Νίκο έχουμε ανταλλάξει ορισμένες ιδέες ή έχουμε κάνει μια προσπάθεια για να προχωρήσουμε προς ένα κοινό πρόγραμμα, προκειμένου να λύσουμε τα διμερή θέματα που εκκρεμούν μεταξύ Αλβανίας και Ελλάδας. Εκτός από τις προσπάθειές μας για τη δημιουργία κοινού προγράμματος, είμαι ευτυχής να πω ότι συμφωνήσαμε για έναν κοινό μηχανισμό για τον τρόπο αντιμετώπισης αυτών των θεμάτων, τα οποία τώρα πια έχουν ιεραρχηθεί, από εμάς αλλά και από τις αντίστοιχες ομάδες μας. Είναι ένας μηχανισμός, ο οποίος θα συνεδριάζει σε τακτά χρονικά διαστήματα. Θα είναι εντατικός, για όλα τα ζητήματα που συμπεριλαμβάνει η προσπάθειά μας για ένα κοινό πακέτο ή για ένα κοινό πρόγραμμα. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι δεν αρκεί απλά και μόνο η ιεράρχηση των ζητημάτων, τα θέματα είναι γνωστά, τα έχουμε αναφέρει δημόσια στα ΜΜΕ, στις επικοινωνίες μεταξύ μας, στις επικοινωνίες στα κοινοβουλευτικά όργανα, αλλά όλες οι ενέργειές μας τώρα πια επικεντρώνονται στον τρόπο για την εξεύρεση λύσης σε αυτά τα θέματα. Προσωπικά, όταν συγκρίνω τις προτάσεις του φίλου κ. Κοτζιά με αυτά που έχω παρουσιάσει, βλέπω ότι υπάρχουν πολλά κοινά σημεία και ότι υπάρχει μια μεγάλη δυναμικη για την αντιμετώπιση αυτών των θεμάτων. Επίσης, υπάρχει και μια κοινή βούληση από την πλευρά των αντίστοιχων κυβερνήσεων για να προχωρήσουμε μπροστά.

Μαζί με τον μηχανισμό διαβουλεύσεων για τον τρόπο που θα αντιμετωπίζονται τα ζητήματα, εμείς σήμερα συμφωνήσαμε, επίσης, και για έναν οδικό χάρτη, γιατί είναι σημαντικό το φάσμα των θεμάτων, το οποίο είναι ευρύ, αποτελούμενο από διαφορετικής φύσεως και συχνά αλληλοεξαρτώμενα ζητήματα, να συνοδεύεται και με έναν ξεκάθαρο οδικό χάρτη, συμφωνημένο σε διάφορα επίπεδα, ώστε να αρχίσουν να παράγονται τα πρώτα αποτελέσματα και προς αυτή την κατεύθυνση.

Εκτιμώ ιδιαίτερα το ενδιαφέρον των ΜΜΕ για συναντήσεις τέτοιου επιπέδου. Αυτό σημαίνει ότι οι άνθρωποι ανυπομονούν για τη λύση και όχι την απλή κατάταξη των ζητημάτων από την πλευρά των δύο κυβερνήσεων. Εκτιμώ επίσης και τη δουλειά των αντίστοιχων ομάδων, που μας έχουν βοηθήσει για να φτάσουμε εδώ, γεγονός το οποίο οφείλω να πω ότι δεν ήταν εύκολο, καθώς η σχέση μας είναι μια σχέση χιλιάδων χρόνων, πολύπλοκη, αλλά θέλω να ξαναπώ ότι είναι μια σχέση με υψηλή δυναμική.

Ευχαριστώντας για ακόμη μια φορά τον Υπουργό και φίλο μου Νίκο Κοτζιά, θέλω να πω ότι παρόμοιες συναντήσεις θα είναι πιο εντατικές στη συνέχεια, μέχρι να βρούμε λύσεις για όλα τα ζητήματα, διότι είμαστε γείτονες και δεν έχουμε καμία άλλη εναλλακτική.

Ευχαριστώ.

Ν. ΚΟΤΖΙΑΣ: Ευχαριστώ τον φίλο μου Ντιτμίρ και το Υπουργείο Εξωτερικών της Αλβανίας για τη φιλοξενία και την καλή διάθεση με την οποία συζητάμε και αντιμετωπίζουμε τα προβλήματα.

Δυστυχώς, στην εποχή μας δεν θεωρείται αυτονόητο, όταν υπάρχουν προβλήματα να αναζητούνται λύσεις. Για κάποιους, το να ψάχνεις λύσεις στα προβλήματα θεωρείται πρόβλημα. Εγώ πρέπει να σας απαντήσω ότι τα προβλήματα οφείλουμε να τα λύνουμε και να πηγαίνουμε παρακάτω. Αυτή είναι η κοινή μας φιλοσοφία, ότι πρέπει να λύσουμε υπάρχοντα προβλήματα και να ασχοληθούμε με μεγάλα σχέδια του μέλλοντος.

Έχουμε μπροστά μας μεγάλα καθήκοντα για τους λαούς μας και για όλη την περιοχή, για τη σταθερότητα και την ασφάλειά της. Έχουμε να φτιάξουμε μεγάλα δίκτυα, να αναπτύξουμε την ενέργεια, να αναπτύξουμε την πολιτιστική και μορφωτική μας συνεργασία και πάρα πολλά άλλα θέματα που συζητάμε με τον συνάδελφό μου τον Ντιτμίρ.

Οι λύσεις αυτές στα ζητήματα που υπάρχουν θα χρειαστεί να προωθηθούν με δημιουργικό τρόπο, με κουλτούρα διαλόγου και συναίνεσης, δηλαδή με ευρωπαϊκό τρόπο. Οι άνθρωποι που νομίζουν ότι τα προβλήματα δεν είναι για να λυθούν, βλέπουν τον ευρωπαϊκό δρόμο χωρίς την Ευρώπη. Ο ευρωπαϊκός δρόμος χρειάζεται ευρωπαϊκές μεθόδους και ευρωπαϊκή κατανόηση.

Γι’ αυτό και η πρόταση που έκανε ο Ντιτμίρ για Οδικό Χάρτη και χρονοδιάγραμμα, είναι μια πρόταση που στηρίζεται στα εργαλεία της ίδιας της ΕΕ. Έχουμε να σηκώσουμε το μεγάλο βάρος της ευρωπαϊκής πορείας των Δυτικών Βαλκανίων και γι’ αυτό πρέπει να τελειώσουμε με τα προβλήματα που φέρνουμε μαζί μας από το παρελθόν και να συμβάλουμε στην ευρωπαϊκή πορεία αυτών των κρατών – και πρώτα από όλα της Αλβανίας.

Η Ελλάδα είναι από τα παλαιότερα μέλη της ΕΕ, διαθέτει υψηλή εμπειρία και ειδίκευση και θα είναι πάντα στο πλευρό της Αλβανίας σε ό,τι χρειαστεί σε αυτή την πορεία της.

Σε αυτά τα πλαίσια είχα τη χαρά να αποδεχτεί ο υπουργός Ντιτμίρ την πρόσκλησή μου να κάνουμε τον Οκτώβριο –και πάλι στη Θεσσαλονίκη– τη δεύτερη συνάντηση των τεσσάρων κρατών, να αποδεχτεί την πρότασή μου να κάνουμε –τον Σεπτέμβριο– τη συνάντηση των έξι ευρωπαϊκών κρατών και των έξι αραβικών και, επίσης, να έχουμε συνεργασία σε τακτά χρονικά διαστήματα.

Ευχαριστώ και πάλι τον Ντιτμίρ για τους ανοιχτούς ορίζοντες που έχει, για τις διαφορετικές απόψεις που έχουμε και τις κουβεντιάζουμε πάντα ανοιχτά, στη βάση της κουλτούρας του δημοκρατικού διαλόγου.

Σας ευχαριστώ όλους σας που είστε εδώ και ευχαριστώ την αλβανική κυβέρνηση για τη φιλοξενία.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ (Thimi Samarxhiu, τ/σ TOP CHANNEL): Μια ερώτηση για τον Υπουργό Μπουσάτι και μια ερώτηση για τον Υπουργό Κοτζιά. Κύριε Μπουσάτι, το τσάμικο ζήτημα συζητείται εδώ και καιρό στην Αλβανία, ενώ η Ελλάδα δεν το αναγνωρίζει. Τουλάχιστον, έγινε συζήτηση στην κοινή σας συνάντηση σχετικά με το τσάμικο ζήτημα, που προβλεπόταν να είναι στο πακέτο σας;

ΝΤ. ΜΠΟΥΣΑΤΙ: Ευχαριστώ για την ερώτηση. Πιστεύω ότι ήμουν ξεκάθαρος όταν αναφέρθηκα στην περιπλοκότητα της σχέσης των δύο χωρών, τη λίστα των θεμάτων και σε ένα είδος κατηγοριοποίησης που εγώ έχω κάνει στο παρελθόν σε τρία «κεφάλαια-καλάθια». Πιστεύω, επίσης, ότι γίνονται σεβαστές οι διαφορετικές απόψεις που έχουμε με τον κ. Κοτζιά για ορισμένα από αυτά τα ζητήματα. Ωστόσο, δεν υπάρχει αμφιβολία, όσον αφορά την πλευρά μας, το τσάμικο ζήτημα είναι μέρος του κεφαλαίου ή του «καλαθιού» που προέρχεται από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Είμαστε γειτονικές χώρες και είναι κατά κάποιο τρόπο φυσιολογικό –και για το γεγονός ότι οι Βαλκάνιοι και οι άνθρωποι της Μεσογείου χαρακτηρίζονται ως θερμόαιμοι– να έχουμε διαφορετικές αναγνώσεις αυτού του ζητήματος, αλλά και για άλλα θέματα. Πιστεύω ότι μια ρεαλιστική αντιμετώπιση θα μετρίαζε τους εθνικιστικούς τόνους και θα αποκαθιστούσε τη δικαιοσύνη. Αλλά πιστεύω ότι είναι η κατάλληλη στιγμή για να είμαι πιο ξεκάθαρος και άμεσος με την κοινή γνώμη και στις δύο χώρες ότι δεν γίνεται λόγος για εδαφικές αξιώσεις, η Αλβανία δεν έχει κανένα είδος εδαφικής αξίωσης προς την Ελλάδα, είναι μια χώρα που έχει υπογράψει την Τελική Πράξη του Ελσίνκι.

Η Αλβανία αποδέχεται και σέβεται την Ελλάδα ως αξιοπρεπή γείτονα. Είναι ευγνώμων για την υποστήριξη που η Ελλάδα έχει προσφέρει στην πάροδο του χρόνου, όπως στην διαδικασία της ένταξης στους ευρωατλαντικούς κόλπους, όπως και τώρα στην διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Αλλά, η προσέγγισή μας, όταν αναφερόμαστε σε αυτό το θέμα, αφορά στον σεβασμό των ελευθεριών και των θεμελιωδών δικαιωμάτων αυτού του τσάμικου πληθυσμού και των απογόνων τους, που στην πραγματικότητα ήταν Αλβανοί της Τσαμουριάς με ελληνικά διαβατήρια ή ιθαγένεια.

Γίνεται λόγος για μια διαδικασία όπου κάθε εμπόδιο με χαρακτήρα διακρίσεων θα έπρεπε να αφαιρεθεί και όσον αφορά αυτή την ομάδα. Εμείς είμαστε μια χώρα που στοχεύουμε να δημιουργήσουμε μια κοινωνία βασισμένη στο δίκαιο και ασφαλώς με αυτό δεν αναφερόμαστε στις συλλογικές ευθύνες, συλλογικές καταδίκες για οποιοδήποτε λόγο, αλλά για ατομική ηρεμία και για έναν σεβασμό του δικαιώματος ιδιοκτησίας, της ελεύθερης κίνησης κ.ο.κ.

Σε αυτή τη διαδικασία έρευνας, συζητήσεων, διαλόγου, ανεξαρτήτως των δυσκολιών και των προκαταλήψεων που υπάρχουν, πιστεύουμε ότι είναι δυνατόν να μιμηθούμε τις καλύτερες πρακτικές, όπως οι τελευταίες γαλλογερμανικές πρακτικές για την απόδοση φόρου τιμής προς τα θύματα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου μέσω διαφόρων ενεργειών, όπως μνημεία ή άλλα σύμβολα. Δηλαδή βρισκόμαστε σε αυτό το είδος συζήτησης, σε αυτό το είδος διαδικασίας, όπου φυσικά οι αρχές της καλής γειτονίας, του σεβασμού της εδαφικής ακεραιότητας του γείτονα ισχύουν πάνω από κάθε τι άλλο.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ (Thimi Samarxhiu, τ/σ TOP CHANNEL): Κύριε Υπουργέ, στην τελευταία συνάντηση που είχατε με τον Υπουργό Μπουσάτι είχατε αναφέρει ότι ο νόμος του εμπολέμου είναι απλώς μια τυπικότητα. Γιατί δεν έχει καταργηθεί μέχρι τώρα και πότε σκέπτεστε να καταργήσετε αυτόν τον νόμο; Έχετε αναλάβει κάποιες συγκεκριμένες πρωτοβουλίες;

Ν.ΚΟΤΖΙΑΣ: Να ξεκινήσω από τη δεύτερη ερώτηση, για το εμπόλεμο. Η Ελλάδα πιστεύει ότι η δήλωση του Υπουργικού Συμβουλίου το 1987, ότι δεν είμαστε σε πόλεμο, είναι σε ισχύ. Επίσης το Σύμφωνο Φιλίας μας του 1996, που είναι σύμφωνο ανάμεσα σε δυο χώρες που είναι φιλικές, επίσης είναι σε ισχύ. Η ένταξη της Αλβανίας στο ΝΑΤΟ και η προοπτική ένταξής της στην Ευρωπαϊκή Ένωση μας κάνει όχι απλώς φίλους, αλλά και εταίρους. Αν υπάρχουν από την άλλη πλευρά αμφιβολίες για το αν είμαστε ή δεν είμαστε σε εμπόλεμη κατάσταση, αυτό θα είναι αντικείμενο της συζήτησης που θα γίνει και νομίζω ότι θα βρούμε και οι δύο ικανοποιητική απάντηση σε αυτό το ερώτημα.

Όσον αναφορά τώρα το «τσάμικο», για το οποίο ρωτήσατε στην πρώτη σας ερώτηση τον κ. Ντιτμίρ Μπουσάτι, είναι γνωστό ότι υπάρχει μια αρκετά μεγάλη ομάδα Τσάμηδων που είναι Αλβανοί και ζουν στην Αλβανία. Εύχομαι σε αυτή την ομάδα να ευημερεί, να έχει και εκείνη τα κέρδη της από την ένταξη της Αλβανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Υπάρχουν και ορισμένοι, οι παλιοί Τσάμηδες, χριστιανοί, που είχαν εξισλαμιστεί το 1611, οι οποίοι είναι σήμερα Έλληνες πολίτες. Υπήρξαν και ορισμένοι Τσάμηδες που συνεργάστηκαν με τον Γερμανό κατακτητή, που είχαν φτιάξει τα επιτροπάτα ελέγχου και λεηλασίας της περιουσίας του υπόλοιπου πληθυσμού σε περιοχές της Ηπείρου, οι οποίοι καταδικάστηκαν από τα ελληνικά δικαστήρια με βάση τον ελληνικό και τον διεθνή νόμο και οι οποίοι, σε αντίθεση με άλλους δοσίλογους στην Ευρώπη, εγκατέλειψαν τη χώρα και δεν εκτελέστηκαν. Νομίζω ότι θα πρέπει να προσέχουμε, όταν μιλάμε για αυτούς τους Τσάμηδες, δεν εννοούμε καμία ομάδα Αλβανών πολιτών και ασφαλώς δεν εννοούμε την Αλβανία.

Το λέω αυτό, γιατί ορισμένοι θέλουν να ταυτίσουν όσους συνεργάστηκαν με τον γερμανικό ναζισμό με κάποια ομάδα Αλβανών πολιτών που ζούσαν πάντα στην Αλβανία και δεν έζησαν ποτέ στην Ελλάδα και μετά να ταυτίσουν και αυτούς με όλη την Αλβανία. Με αυτή την έννοια λέμε ότι για εμάς δεν υπάρχει το πρόβλημα με τον τρόπο που το αντιμετωπίζει η γείτων μας. Έχουμε διαφορετική προσέγγιση και όλα είναι γνωστά από την σκοπιά της ιστορίας.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ (Νίκος Μελέτης - ΕΡΤ): Κύριε Μπουσάτι, θα ήθελα μία διευκρίνιση καταρχήν. Με την δήλωσή σας προηγουμένως εννοείτε ότι υπήρξαν κάποιοι Τσάμηδες, οι οποίοι πράγματι ενέχονται σε εγκλήματα πολέμου και συνεργασία με τους Ναζί; Επειδή διευκρινίσατε ότι δεν είναι συλλογικές οι ευθύνες.

Η ερώτησή μου όμως έχει να κάνει με την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών, αν σκοπεύει η Αλβανία να συμφωνήσει σε μία νέα οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών μέχρι τον Δεκέμβριο, ώστε να μην υπάρξουν εμπόδια από τέτοιες εκκρεμότητες στην ενταξιακή πορεία της Αλβανίας. Και η δεύτερη ερώτηση αφορά τις περιουσίες της Ελληνικής Μειονότητας. Μαθαίνουμε και ακούμε συνεχώς καταγγελίες για υφαρπαγή χιλιάδων στεμμάτων ελληνικών περιουσιών, κυρίως στη μειονοτική περιοχή της Χειμάρρας. Τι μέτρα προτίθεστε να πάρετε ώστε να προστατευθεί αυτό το βασικό αγαθό των Αλβανών πολιτών που ανήκουν στην Ελληνική Μειονότητα;

ΝΤ. ΜΠΟΥΣΑΤΙ: Ξεκινάω από το τελευταίο όσον αφορά την Ελληνική Μειονότητα, που είναι μια μειονότητα πολύ σεβαστή εδώ στην Αλβανία και επίσης είναι μια μειονότητα η οποία δεν είναι μόνον μια γέφυρα συνεργασίας ανάμεσα στην Αλβανία και την Ελλάδα, αλλά έχει και μια μεγάλη συμβολή στους δημοκρατικούς θεσμούς και εξελίξεις στη χώρα. Η Αλβανία είναι μέλος της Συνθήκης Πλαισίου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για την προστασία των Μειονοτήτων και σε όλες τις εκθέσεις και τις παρατηρήσεις που κάνει το Συμβούλιο σε αυτή την κατεύθυνση εκτιμάται το έργο που κάνουν οι αλβανικές αρχές ως προς τον σεβασμό των ελευθεριών και των δικαιωμάτων των μειονοτικών – και όπως έχω πει συχνά, σε συναντήσεις με διάφορους εταίρους και με συλλόγους που εκπροσωπούν τις μειονότητες εδώ στην Αλβανία, με το φίλο μου τον Νίκο, εμείς είμαστε ανοιχτοί για να προχωρήσουμε ακόμα περισσότερο τον σεβασμό στον τομέα των μειονοτήτων και επίσης είμαστε ανοιχτοί για να δούμε και προηγμένα πρότυπα, τόσο εδώ στην περιοχή όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη.

Σε σχέση με την υπόθεση των ιδιοκτησιών συζητήσαμε και σήμερα με τον Έλληνα υπουργό κ. Κοτζιά για τις δυνατότητες, που ίσως δεν τις έχουμε εκμεταλλευτεί καλά, ανάμεσα στην Αλβανία και στην Ελλάδα. Όσο για το Σύμφωνο Φιλίας, υπάρχει σε αυτό το άρθρο 15, που το γνωρίζουν πολύ καλά και οι εκπρόσωποι της Ελληνικής Μειονότητας εδώ στην Αλβανία αλλά και οι δημοσιογράφοι, όπου περιλαμβάνεται η συγκρότηση επιτροπών ανάμεσα στην Αλβανία και στη  Ελλάδα, επιτροπών ειδικών σχετικά με τις υποθέσεις των ιδιοκτησιών πολιτών των δύο χωρών είτε ιδιοκτησιών με κρατικό χαρακτήρα. Εμείς μπορούμε να πούμε ότι αυτή τη δυνατότητα, που υπήρχε στο Σύμφωνο, δεν την έχουμε εκμεταλλευτεί όπως πρέπει για αποφύγουμε όλες εκείνες τις υποθέσεις όπου υπάρχει κατάχρηση ή εμπόδια, εσωτερικά εμπόδια, νομοθετικά είτε διοικητικά, στα αντίστοιχα κράτη. Εμείς ζητάμε από την ελληνική πλευρά να σεβαστεί τις ιδιοκτησίες σε μερικές υποθέσεις και είμαστε ανοιχτοί και για να καθίσουμε να συζητήσουμε για όλες εκείνες τις υποθέσεις που σχετίζονται με τα δικαιώματα ιδιοκτησίας που μπορούν ασφαλώς να θίξουν την Ελληνική Μειονότητα στην Αλβανία.

Στην ερώτησή σας για τη δυσκολία που υπήρχε για την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών, ή στην «υπόθεση της θάλασσας», όπως λέμε εδώ στην Αλβανία, τα γεγονότα είναι ξεκάθαρα όσον αφορά τη διαδικασία της διαπραγμάτευσης αλλά και της λήψης των αποφάσεων εκ μέρους του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Αλβανίας. Υπάρχουν προτάσεις από τις δύο πλευρές, μετά τη μακρόχρονη –εδώ και δύο χρόνια– διαδικασία συζητήσεων σχετικά με το πώς θα πάρουμε μαθήματα από τα λάθη που έχει κάνει η αλβανική πλευρά σε αυτή τη διαδικασία και εμείς οι ίδιοι έχουμε πάρει μαθήματα από τις αποφάσεις που έχει λάβει το Συνταγματικό Δικαστήριο. Έχει αναφερθεί ξεκάθαρα ότι έχει θιγεί η εδαφική ακεραιότητα της Αλβανίας, κάτι που έχω αναφέρει πολλές φορές και θα συνεχίσω να το τονίζω όσο είμαι υπουργός. Δεν θέλω να κάνω σόου, όπως γίνεται στη Βουλή, αλλά θα ήθελα να πω ότι είμαστε αποφασισμένοι να προχωρήσουμε μπροστά με την ελληνική πλευρά για μια λύση βασισμένη στο ευρωπαϊκό πνεύμα και στους κανόνες του διεθνούς δικαίου. Το έχω αναφέρει πολλές φορές και στα μέσα ενημέρωσης στην Ελλάδα και στην Αλβανία πως είναι θέμα στρατηγικού ενδιαφέροντος και για την Αλβανία και για την Ελλάδα να βρούμε λύση.

Με την Ιταλία για μια περίοδο, όταν υπήρχε ο Ψυχρός Πόλεμος και όταν είχαμε αυτή τη διάκριση μεταξύ Ανατολής και Δύσης, χρειάστηκαν επτά χρόνια για να βρεθεί κοινή λύση, τη στιγμή που το γεωγραφικό ανάγλυφο Αλβανίας και Ιταλίας είναι κατάλληλο και δεν υπάρχουν πολλά ερωτήματα ή περισσότερες επιπλοκές. Στην περίπτωση της Ελλάδας με την Αλβανία, χρειαστήκαμε ενάμισι χρόνο με τρεις γύρους διαπραγματεύσεων, που απορρίφθηκαν μετά από το Συνταγματικό Δικαστήριο. Αυτό δείχνει μια έλλειψη σοβαρότητας εκ μέρους της αλβανικής πλευράς και εγώ εκπροσωπώ μια κυβέρνηση και μια πολιτική δύναμη, η οποία είναι μέρος της κυβέρνησης που δεν θέλει να κάνει ένα τέτοιο λάθος, ένα λάθος που θίγει όχι μόνο την ακεραιότητα της χώρας, αλλά δημιουργεί και προβλήματα που δύσκολα μπορούν να αποκατασταθούν με τους γείτονες.

Όσον αφορά στο σχόλιο που κάνατε για τη δήλωσή μου σχετικά με την υπόθεση της Τσαμουριάς, πιστεύω ότι ήμουν ξεκάθαρος, όσον αφορά στην απουσία εδαφικών αξιώσεων και όσον αφορά στην ξεκάθαρη διάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που θα πρέπει να δείξει ακριβώς τη δική μας οπτική σε αυτήν την υπόθεση.

Ν. ΚΟΤΖΙΑΣ: Ένα σχόλιο θα ήθελα να κάνω. Οι διεθνείς συμφωνίες στηρίζονται στο διεθνές δίκαιο και παράγουν διεθνείς δεσμεύσεις. Ευχαριστώ.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ (Klementina Cenkollari, τ/σ Ora News): Κύριε Μπουσάτι, ποιο είναι το σχόλιό σας για την χθεσινή ανακοίνωση του ελληνικού ΥΠΕΞ, που προηγήθηκε της επίσκεψης του ΥΠΕΞ Κοτζιά, η οποία φαίνεται να προειδοποιούσε για ένα ελληνικό βέτο για την ένταξη της Αλβανίας στην ΕΕ; Σας ευχαριστώ.

ΝΤ. ΜΠΟΥΣΑΤΙ: Επιτρέψτε μου να σας απογοητεύσω, αλλά δεν το εξέλαβα έτσι. Δεν το εξέλαβα έτσι για συγκεκριμένους λόγους, όχι μόνο για αυτό που είπε με ορθότητα και γενναιοδωρία ο φίλος μου κ. Κοτζιάς, αλλά και για το γεγονός ότι δεν πιστεύω πως είναι ούτε στην επιθυμία, τη βούληση, το προνόμιο ή και το συμφέρον της Ελλάδας να εφαρμόσει μια πολιτική όρων προς την Αλβανία, που στην πραγματικότητα δεν την έχει εφαρμόσει ποτέ, ούτε σε πιο δύσκολες ημέρες των ελληνοαλβανικών σχέσεων.

Όπως επίσης δεν πιστεύω ότι είναι προς όφελος της Αλβανίας και των Αλβανών που ζουν στην περιοχή να έχουμε τεταμένες σχέσεις με την Ελλάδα, ή σχέσεις που καθορίζονται από τα συναισθήματα και όχι από τη λογική. Το έχω πει και θα συνεχίζω να το λέω, ανεξαρτήτως από το θεσμό που εκπροσωπώ, ότι οι σχέσεις με την Ελλάδα είναι στρατηγικές σχέσεις και είναι σχέσεις με μεγάλο δυναμικό, το οποίο εμείς πρέπει να το εκμεταλλευτούμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.

Ασφαλώς, εγώ εκτιμώ την ανακοίνωση του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών, διότι μας θυμίζει για ακόμη μια φορά τα θέματα του κράτους δικαίου, της μεταρρύθμισης της δικαιοσύνης, του σεβασμού στις δικαστικές αποφάσεις. Εμείς βρισκόμαστε στην αιχμή των εργασιών ή στην τελική φάση για την ολοκλήρωση της μεταρρύθμισης της δικαιοσύνης και υπό αυτή την οπτική το έχω εκλάβει ως μια περαιτέρω ενθάρρυνση για την επιτυχημένη ολοκλήρωση αυτής της διαδικασίας, ώστε και η Αλβανία να κάνει το επόμενο βήμα στην διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Πρόκειται, επίσης, για έναν ξεκάθαρο δείκτη ότι η γειτονική χώρα σέβεται τις δικαστικές αποφάσεις και προφανώς αυτό το ζήτημα φαίνεται και στον σεβασμό της θέσης της Αλβανίας από την πλευρά της Ελλάδας όσον αφορά την απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου σε αυτό που ονομάζεται «ζήτημα των θαλασσίων συνόρων», καθώς επανέρχεται για άλλη μια φορά το θέμα στο τραπέζι των συζητήσεων για μια πιο δίκαιη συμφωνία, η οποία θα βασίζεται πιο πολύ στο διεθνές δίκαιο και ασφαλώς και στο Συνταγματικό δίκαιο. Σας ευχαριστώ.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ (Σοφία Αραβοπούλου, Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων): Κύριε Μπουσάτι, μιλήσατε για τις καλές σχέσεις που θέλετε να έχετε με την Ελλάδα ως στρατηγικό εταίρο, ωστόσο δεν νομίζετε ότι η επιμονή με την οποία τέθηκε τελευταία από την αλβανική ηγεσία το «τσάμικο ζήτημα» δεν ευνοεί τον διάλογο, βάζει τρικλοποδιά ίσως και στον ευρωπαϊκό δρόμο της Αλβανίας;

ΝΤ. ΜΠΟΥΣΑΤΙ: Η δημοσιογράφος με ρώτησε σχετικά με την ανακοίνωση του Υπουργείου Εξωτερικών που προηγήθηκε της εδώ επίσκεψης και εγώ αναφέρθηκα σε αυτή την ανακοίνωση παίρνοντας ως θετικό παράδειγμα τη στάση στην συνέντευξη Τύπου, ούτε για λόγους πίεσης ούτε για να δημιουργήσουμε ανύπαρκτες καταστάσεις, απλώς ήταν μια προσπάθεια ανάγνωσης μιας ανακοίνωσης σε ένα συγκεκριμένο συμφραζόμενο.

Σχετικά με την ερώτηση που έγινε ξανά για το τσάμικο ζήτημα, θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι από πλευράς μας δεν υπάρχει κανένα εμπόδιο που θέτουμε στην Ελλάδα. Πρόκειται για έναν ειλικρινή διάλογο, όχι εύκολο, ανάμεσα σε δύο γείτονες που έχουν σταθεί και θα συνεχίζουν να στέκονται μαζί σε δύσκολες και σε καλές εποχές. Αλλά, με όλο τον σεβασμό για την πολλαπλότητα των απόψεων και την ελευθερία πληροφόρησης, μου είναι δύσκολο να κατανοήσω την σχέση μεταξύ της επίλυσης ενός ζητήματος, που κατά την κρίση μας υπαγορεύεται από τις θεμελιώδεις ελευθερίες, τα ανθρώπινα δικαιώματα και από τα μέσα του διεθνές δικαίου, με την διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης της Αλβανίας – μια διαδικασία η οποία, όπως είναι γνωστό, έχει σαφείς κανόνες και μεθοδολογία και, όπως είπε με πολύ εύγλωττο τρόπο ο φίλος μου κ. Κοτζιάς, εκπροσωπώντας μια χώρα βετεράνο της ΕΕ, υπάρχει μια διαδικασία η οποία καθοδηγείται από πολύ σαφείς κανόνες και αρχές.

Για αυτό, με όλο τον σεβασμό για την ερώτηση που κάνατε, όταν προέρχεται από Έλληνα δημοσιογράφο, αυτή η ερώτηση δεν αφήνει μια καλή γεύση – όταν είναι γνωστό ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα που υποστηρίζει τις διαδικασίες ένταξης, η χώρα που προσέφερε την ατζέντα της Θεσσαλονίκης σε όλες τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων, τους καρπούς της οποίας από τη μεριά μας έχουμε αρχίσει να γευόμαστε όλοι μαζί και πιστεύω ότι από την Θεσσαλονίκη ξεκίνησε και η διαδικασία της συμφιλίωσης των Δυτικών Βαλκανίων.

Είναι μια χώρα που έχει τη δική της ένδοξη ιστορία εντός των κόλπων της ΕΕ, αλλά και προκατάληψη, εξαιτίας διαφόρων κρίσεων. Για αυτό, ποιος περισσότερο από ότι η Ελλάδα είναι υπέρ της διαδικασίας της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων; Κατά την ταπεινή μου ανάγνωση, και του επιτελείου του αλβανικού ΥΠΕΞ, όλες οι κινήσεις και του υπουργού κ. Κοτζιά, αλλά και με την δουλειά που έχουμε κάνει με τον προκάτοχό του κ. Βενιζέλο, έχουν αποδείξει μια σταθερή μακροχρόνια γραμμή της χώρας σας όσον αφορά στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση της περιοχής. Και εγώ δράττομαι της ευκαιρίας να ευχαριστήσω την ελληνική κυβέρνηση και τον ελληνικό λαό για αυτή την πολύ σταθερή στάση.

Ν. ΚΟΤΖΙΑΣ: Ευχαριστώ πάρα πολύ τον συνάδελφό μου Ντιτμίρ διότι διευκρίνισε, με τον τρόπο του, ότι εγώ δεν έχω κάνει καν τέτοιες δηλώσεις, ακόμα και με την καλή τους ερμηνεία. Είναι μια άποψη που υπογράφεται «κύκλοι του Υπουργείου Εξωτερικών».

Οι μόνες δηλώσεις που έχω κάνει για την Αλβανία είναι ότι τη θέλουμε στην ΕΕ, ότι θα βοηθήσουμε όσο μπορούμε και όσο θέλει – και τίποτε άλλο. Νομίζω ότι –αν μου επιτρέπετε, το λέω ως ακαδημαϊκός– είναι άλλο πράγμα η δήλωση του Υπουργείου Εξωτερικών, άλλο η δήλωση του Υπουργού Εξωτερικών και άλλο «κύκλοι του Υπουργείου λένε». Υπάρχει πολύ διαφορετική βαρύτητα και κύρος. Ευχαριστώ πολύ.

bsgreeks.blogspot.gr
 από mfa.gr